Το πρόβλημα της έρευνας και της τεχνολογίας, των ειδικών τεχνικο-οικονομικών και επιστημονικών προβλημάτων στη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και παραγωγής και, αντίστοιχα, η διεύθυνσή τους, η επενέργεια σ’ αυτά του εποικοδομήματος, των κρατικών θεσμών κ.λπ. φαίνεται ότι είναι ανεπαρκώς συνειδητοποιημένο από αγωνιστές και κομμουνιστές, π.χ. στην Ελλάδα. Ενδεχομένως και παραδόξως, η εν λόγω ανεπάρκεια χαρακτηρίζει και εκδηλώνεται περισσότερο από το «γενικό μέσο όρο» στους κομμουνιστές μηχανικούς κ.λπ. Βέβαια, ιστορικά, υπάρχει μια ορισμένη σχετική παράδοση στο κομμουνιστικό κίνημα στην Ελλάδα, η οποία, κατά τη γνώμη μας, χρειάζεται να μελετηθεί και κυρίως να γενικευτεί περεταίρω. Μάλιστα, τη στιγμή ακριβώς που το επαναστατικό κίνημα στη χώρα μας βρέθηκε σε συνθήκες πρακτικής διεκδίκησης της πολιτικής εξουσίας προς το τέλος του Β’ ΠΠ, αλλά και συγκρότησης ορισμένων θεσμών εξουσίας στις απελευθερωμένες περιοχές την περίοδο του ΕΑΜ και αργότερα του ΔΣΕ, «το τμήμα της αστικής τεχνικής διανόησης που προσχώρησε στο ΕΑΜ συμμετείχε αρχικά σε εθελοντικές μελετητικές ομάδες για την εκπόνηση Προγραμμάτων Ανασυγκρότησης. Η κριτική τους προς τα επίσημα (των κυβερνητικών και αμερικανικών επιτελείων) προγράμματα ασκούνταν κυρίως από τις στήλες οικονομικών περιοδικών, ανάμεσά τους του περιοδικού Ανταίος, που διηύθυνε ο Δημήτρης Μπάτσης, και του περιοδικού Νέα Οικονομία, που ιδρυτής του ήταν ο Άγγελος Αγγελόπουλος, γραμματέας οικονομικών της ΠΕΕΑ και υφυπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση που σχηματίστηκε με βάση τη Συμφωνία του Λιβάνου». (Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β2, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2018, σελ. 80). «Το 1947 εκδόθηκε η μελέτη του Δημήτρη Μπάτση “Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα”. Ο Μπάτσης, καταγράφοντας τις εγχώριες πρώτες ύλες, υποστήριξε και απέδειξε ότι η Ελλάδα δε στερούνταν ορυκτού πλούτου και ενεργειακών πηγών απαραίτητων για να “εκβιομηχανίσει” την οικονομία της και να δημιουργήσει βαριά βιομηχανία, χωρίς να εξαρτάται από ανάλογες εισαγωγές. Ως πολιτικό πλαίσιο αυτής της εκβιομηχάνισης θεωρούσε τον κρατικό σχεδιασμό και τον κοινωνικό έλεγχο, με αποκλεισμό των ξένων οικονομικών ή πολιτικών παραγόντων. Είναι ιστορικής σημασίας η πρωτοποριακή τοποθέτηση του Μπάτση, και γενικότερα του ΚΚΕ, για την ύπαρξη πρώτων υλών και τη δυνατότητα ανάπτυξης της βαριάς βιομηχανίας στην Ελλάδα […]. Γιατί στην Ελλάδα, αν και αναγνωριζόταν ως γενική τάση η αναγκαιότητα εκβιομηχάνισης και εκτεταμένου εξηλεκτρισμού, ωστόσο δεν αναγνωριζόταν εξίσου και η αναγκαιότητα ανάπτυξης της βαριάς βιομηχανίας (παραγωγής μέσων παραγωγής και επεξεργασμένων ενδιάμεσων υλικών της βιομηχανίας) μέσω ισχυρής κρατικής ή άμεσα ιδιωτικής επένδυσης». (Ό.π., σελ. 79-80).
Αντίστοιχα, μια ορισμένη εμπειρία υπάρχει από τα χρόνια της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης. Για παράδειγμα, ο μπολσεβίκος ηλεκτρολόγος μηχανικός Κρζιζανόφσκι -ορισμένος από τον Λένιν σε θέση ευθύνης για την κατάρτιση του σχεδίου εξηλεκτρισμού της Ρωσίας- θυμάται πολλά χρόνια μετά την υλοποίησή του: «Όταν τα πρώτα δύσκολα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας μπήκε το ερώτημα: “Τι θα γίνει στον τομέα της οικονομίας”, η απάντηση δε βρέθηκε αμέσως. Πολλές φορές ο μεγάλος Λένιν συσκέφτηκε με τους μηχανικούς και τους οικονομολόγους. Ψάχναμε όλοι να βρούμε τον αποφασιστικό μοχλό, με τη βοήθεια του οποίου θα μπορούσαμε να ανορθώσουμε γρήγορα τη σοβιετική οικονομία. […] Θυμάμαι όταν τις παραμονές του 8ου Πανρωσικού Συνεδρίου των Σοβιέτ στο οποίο για πρώτη φορά ανακοινώθηκε το σχέδιο ΓΚΟΕΛΡΟ εισηγήθηκα το προκαταρκτικό σχέδιο εξηλεκτρισμού. Η μαρμάρινη αίθουσα των Συνδικάτων με τα πολυτελή πολύφωτα δε θερμαινόταν. Στεκόμουν στο βήμα με παλτό, έβλεπα μπροστά μου ανθρώπους εξουθενωμένους από την πείνα. Πόσες νευριασμένες και εχθρικές φωνές δεν άκουσα τότε εναντίον μου: “Η χώρα αφανίζεται από την πείνα και τον τύφο! Στους δρόμους της Μόσχας βρίσκονται ψόφια άλογα! Και εδώ ένας μηχανικός πρακτικιστής μάς μιλάει για γιγάντιες οικοδομές, για δισεκατομμύρια έξοδα, για την εξηλεκτρισμένη κοινωνία του μέλλοντος […]”. Παρόλα αυτά, παρά την ξένη επέμβαση, τον εμφύλιο πόλεμο, τον αποκλεισμό, πραγματοποίησαν το λενινιστικό σχέδιο». (Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ, Έγχρωμη θεματική ακαδημαϊκή εγκυκλοπαίδεια, τ. 5, Τεχνική, εκδ. Γιαννίκος). Μάλιστα, ο Λένιν ένα μόλις μήνα πριν τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης, ακόμα και στο πλαίσιο της διαπάλης με το ρωσικό μαχισμό των Μπογκντάνοφ, Μπαζάροφ κ.ά., τους συμβούλευε: «Καταπιαστείτε, λοιπόν, με τα “σχέδια”, αγαπητοί πολίτες, αυτό δεν είναι πολιτική, δεν είναι υπόθεση της ταξικής πάλης, εδώ μπορείτε να προσφέρετε όφελος στο λαό. Στην εφημερίδα σας [Νόβαγια Ζιζν] έχετε ένα σωρό οικονομολόγους. Συνδεθείτε με τους μηχανικούς κ.λπ., που δέχονται να εργαστούν για τη ρύθμιση της παραγωγής και της κατανομής, αφιερώστε ένα παράρτημα του μεγάλου “μηχανισμού” σας [της εφημερίδας] στην πρακτική επεξεργασία των συγκεκριμένων στοιχείων για την παραγωγή και κατανομή των προϊόντων στη Ρωσία, για τις τράπεζες και τα συνδικάτα κ.λπ. -να πώς θα προσφέρετε όφελος στο λαό, να πώς το γεγονός ότι κάθεστε ανάμεσα σε δύο καρέκλες δε θα αποβεί τόσο επιζήμιο, να ποια δουλειά για τα “σχέδια” δε θα προκαλέσει την ειρωνεία, αλλά την ευγνωμοσύνη των εργατών». (Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τ. 34, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 320).
Κατά τη γνώμη μας, η περιεκτική, σφαιρική, στρατηγική, επαναστατική θεωρητική αντίληψη των προβλημάτων της επιστημονικής έρευνας, της τεχνολογίας στη σοσιαλιστική οικοδόμηση και παραγωγή, των προβλημάτων διεύθυνσης-διοίκησης και οργάνωσης της ερευνητικής κ.λπ. δραστηριότητας προϋποθέτουν την οργανική ολοκλήρωσή τους εντός μιας ανεπτυγμένης επιστήμης της πολιτικής οικονομίας της παγκόσμιας οικονομίας, την ανάπτυξη (με τη διαλεκτική έννοια του όρου) της ίδιας της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας. Εξάλλου, ο ίδιος ο Μαρξ στο πρωταρχικό του σχέδιο για τη συγγραφή του έργου του της πολιτικής οικονομίας (Αύγουστος/Σεπτέμβρης 1857 – Απρίλης 1858) «αποφάσισε να κατανείμει ολόκληρη την εργασία του σε έξι βιβλία. Το 1ο βιβλίο θα αφιερωνόταν στην εξέταση του κεφαλαίου, ενώ θα περιελάμβανε και κάποια εισαγωγικά κεφάλαια που θεωρούσε απαραίτητα γι’ αυτήν την εξέταση, το 2ο θα πραγματευόταν την ιδιοκτησία της γης, το 3ο τη μισθωτή εργασία, το 4ο το κράτος, το 5ο το διεθνές εμπόριο και το 6ο την παγκόσμια αγορά». («Για την ιστορία της συγγραφής του έργου» βασισμένο στη σχετική σημείωση που περιέχεται στην έκδοση των MEW στο Κ. Μαρξ, «Κριτική της πολιτικής οικονομίας», εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2013, σελ. 9-10). Η αλληλουχία των περιεχομένων των βιβλίων του έργου του, όπως το σχεδίαζε, δείχνει την αρχική αντίληψη του Κ. Μαρξ για τη διάρθρωση της παγκόσμιας αγοράς ως την «πραγματικότητα» των παγκόσμιων σχέσεων παραγωγής. Ωστόσο, ως γνωστό, το εγχείρημα αυτό ήταν τόσο περίπλοκο που δεν αρκούσε η δουλειά και η διάρκεια ζωής ενός προσώπου, ούτε ακόμα και του μεγαλοφυούς Κ. Μαρξ, για να ολοκληρωθεί. Τελικά, ο ίδιος ο Κ. Μαρξ πρόλαβε να ολοκληρώσει και να εκδώσει μόνο τον 1ο τόμο του «Κεφαλαίου», ο οποίος εκδόθηκε το 1867. Επιπλέον, ήδη ο σοσιαλισμός τον 20ό αι. σε μια πορεία συγκροτήθηκε ως σύστημα χωρών, με το δικό του διακρατικό καταμερισμό εργασίας. Οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις τον 21ο αι., θεωρούμε, νομοτελώς θα κινηθούν σε ανάλογες τροχιές από αυτή την άποψη. Ουσιώδης πτυχή αυτού του προβλήματος της ανάπτυξης της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας είναι και η αντίληψη περί της βασικής αντίφασης του σοσιαλισμού, περί πρώιμων, ώριμων και ύστερων σοσιαλιστικών επαναστάσεων κ.ά. Το έργο αυτό δε μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς, καταρχάς, την αφομοίωση των ανώτερων, μέχρι στιγμής, κεκτημένων της επαναστατικής θεωρίας και μεθοδολογίας, του έργου του σοβιετικού στοχαστή Β. Α. Βαζιούλιν, αλλά και έργων μελών του ελληνικού -τουλάχιστον- τμήματος της διεθνούς σχολής – ερευνητικής ομάδας «Η Λογική της Ιστορίας», ιδρυτής της οποίας υπήρξε ο ίδιος ο Β. Α. Βαζιούλιν. Έργων που αφορούν την έρευνα και την τεχνολογία στην ολότητα της κοινωνίας, την ψυχολογία, τη λογική του γίγνεσθαι της επιστήμης, τη γνώση, την παιδαγωγική, τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην ΕΣΣΔ κ.λπ. «Ιδιαίτερα από τα τέλη της δεκαετίας 1990-2000, ο Βαζιούλιν έστρεφε εμφατικά την προσοχή της σχολής “Η Λογική της Ιστορίας” στη -συνδεόμενη με την ιστορική ιδιοτυπία της- ειδική θέση και στον αντίστοιχο ρόλο της Ελλάδας ως “ασθενούς κρίκου”. Με αυτή την προβληματική συναρτούσε και τη δυσανάλογη του μεγέθους της χώρας διεθνή σημασία του νεολαιίστικου και ευρύτερου επαναστατικού κινήματος και των παραδόσεών του, στη διεθνιστική διάσταση αυτού του κινήματος. Από αυτή την άποψη, δεν είναι τυχαία η διατήρηση επαναστατικών κομμουνιστικών παραδόσεων σε αυτήν ακριβώς τη χώρα παρά σε οποιαδήποτε άλλη της ιμπεριαλιστικής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Δεν είναι τυχαίο και το ενδιαφέρον της ελληνικής επαναστατικών διαθέσεων νεολαίας για τη μελέτη, διάδοση, την ανάπτυξη και την εφαρμογή της νέας επαναστατικής θεωρίας». (Επίμετρο του Δ. Πατέλη, υποσημείωση 24, στο Β. Α. Βαζιούλιν, Η Λογική της Ιστορίας, εκδ. ΚΨΜ, 2013, σελ. 461).
Αρχική δημοσίευση: https://guernicaeu.wordpress.com/2021/09/13/xi-jinping-2/
(Σημείωμα του μεταφραστή - Απόσπασμα, 13/9/2021).